Η Ιστορία του Μάτσα
Η Ιστορία του Μάτσα στην Ιαπωνία φαίνεται να ξεκίνησε τον 12ο αιώνα, όταν ο Zen μοναχός Eisai [栄西] (1141-1215) παρουσίασε σπόρους τσαγιού που είχε συλλέξει σε ένα ταξίδι στην Κίνα. Τον 8ο-9ο αιώνα εντούτοις, οι βουδιστές μοναχοί Saichō [最澄] (767-822) και Kūkai [空海] (774-835) είχαν φέρει ήδη τους σπόρους τσαγιού από την Κίνα. Εκείνη την εποχή ωστόσο, το τσάι επεξεργαζόταν είτε σε μορφή συμπιεσμένων τούβλων ή ρυζογκοφρέτας, και μόνο τον επόμενο αιώνα έκανε την εμφάνισή του ως τσάι σε μορφή σκόνης, με την καθιερωμένη μορφή δηλαδή που γνωρίζουμε το μάτσα μέχρι και σήμερα. Αυτή η δημοφιλής μορφή τσαγιού σε σκόνη χρησιμοποιούνταν σε κινεζικά μοναστήρια Chan (αντίστοιχα των ιαπωνικών Zen), και ήταν γνωστή για τα αναζωογονητικά και θεραπευτικά οφέλη της. Πέρα από το γεγονός ότι ο Eisai ενσωμάτωσε το matcha στις βουδιστικές πρακτικές του, έγραψε επίσης κι ένα βιβλίο με τον τίτλο «Kissa Yōjōki» [喫茶養生記], το οποίο μεταφράζεται ως «Τα Οφέλη Κατανάλωσης Τσαγιού για την Υγεία», όπου αναλύει τα διάφορα οφέλη για την υγεία που μπορούν να αποκομιστούν από την κατανάλωση του τσαγιού.
Το 1191, θεωρείται ότι ο Eisai σύστησε την καλλιέργεια και την τακτική κατανάλωση του τσαγιού σε έναν από τους μαθητές του. Ο Myōe [明恵] (1173-1232) ήταν βουδιστής μοναχός που υπηρέτησε σαν αρχηγός στο Kōzan-ji [高山寺] στα [栂ノ尾] βορειοδυτικά των βουνών Toganoō στο Κιότο. Πήρε τη συμβουλή του κύριού του πολύ σοβαρά και φρόντισε να καλλιεργήσει θάμνους τσαγιού στα περιβόλια του ναού του. Με τον καιρό ανακάλυψε ότι η γονιμότητα του χώματος και οι δροσοσταλίδες, που σχηματίζονταν πάνω στα φύλλα τσαγιού χάρη στον γειτονικό ποταμό Kiyotak τα πρωινά, αποτελούν τις άριστες συνθήκες για την καλλιέργεια του τσαγιού. Από αυτή την χρονική στιγμή και ύστερα, η κατανάλωση τσαγιού, κυρίως σε μορφή σκόνης, έγινε ευρύτερα γνωστή σε όλη τη χώρα, αρχικά για τη χρήση στα βουδιστικά μοναστήρια κι αργότερα επίσης από τη στρατιωτική ελίτ.
Με την αυξανόμενη ζήτηση για τσάι, κρίθηκε απαραίτητο να επεκταθεί ο τομέας της καλλιέργειας τσαγιού, και ήταν ο Ashikaga Yoshimitsu [足利義満] (1358-1408), ο τρίτος Shogun του Ashikaga Shogunate, εκείνος που καθιέρωσε τη δημιουργία περισσότερων κήπων για τσάι στο Κιότο, στην περιοχή Uji. Αρχικά το τσάι που καλλιεργήθηκε στο Uji ήταν χαμηλής ποιότητας, αλλά σύντομα οι παρασκευαστές ανακάλυψαν ότι στο Toganoō, το περιβάλλον δάσος σκίαζε με φυσικό τρόπο τους κήπους του τσαγιού. Με βάση αυτό, οι παραγωγοί στο Uji ανέπτυξαν μια τεχνητή μέθοδο που τους επέτρεπε να επιτύχουν παρόμοια ποιοτικά αποτελέσματα χωρίς να πρέπει να μεταφέρουν τα αγροκτήματά τους. Φτιάχνοντας μια ξύλινη κατασκευή πάνω από τους θάμνους τσαγιού, και δημιουργώντας έτσι μια στέγη από άχυρο, μπορούσαν εύκολα να ρυθμίσουν και να τροποποιήσουν την ποσότητα φωτός του ήλιου που έπεφτε στους θάμνους.
Από εκεί κι έπειτα, πολλές περιοχές στην Ιαπωνία, αναπτύσσοντας τις ίδιες μεθόδους, ξεκίνησαν να παράγουν άριστης ποιότητας μάτσα με οργανικές προδιαγραφές, χάρη στο πλούσιο έδαφος και ιδανικό κλίμα τους, όπως για παράδειγμα στο νομαρχιακό διαμέρισμα της Σιζουόκα. Το 40% του τσαγιού της Ιαπωνίας παράγεται στην Σιζουόκα, χάρη στους ακόλουθους δύο μείζοντες παράγοντες: τις άριστες συνθήκες ανάπτυξης του τσαγιού και την άπταιστη τεχνογνωσία σε συνδυασμό με βέλτιστες συνθήκες παραγωγής.
Συνθήκες ανάπτυξης: Το Uji, στο Κιότο, είναι η πατρίδα της καλλιέργειας του matcha από τον 16ο αιώνα. Μια ολοκληρωμένη προοπτική της ιστορίας, του πολιτισμού, της γεωγραφίας και των καιρικών συνθηκών κάνει την καλλιέργεια τσαγιού Uji γνωστή.
Τεχνογνωσία: Από την ιστορική περίοδο Καμακούρα (1185-1333), οι Ιάπωνες έχουν κυριαρχήσει στην τέχνη της καλλιέργειας και της παραγωγής μάτσα και παράγουν την γνωστή ποικιλία άριστης ποιότητας.